Τη θέση ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία και Θεολογία οφείλει να μελετήσει επισταμένως τις εξελίξεις που συνδέονται με την ανάπτυξη της Τεχνητής Νοημοσύνης, να αποκτήσει λόγο και ρόλο στην εν εξελίξει συζήτηση περί της οριοθετήσεώς της, αλλά συγχρόνως να προσεγγίζει δίχως στείρα άρνηση και φοβικότητα την επιστήμη και τα επιτεύγματά της, διατύπωσε ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ. Μακάριος από το βήμα του Διεθνούς Θεολογικού Συνεδρίου με θέμα: «Η Ορθόδοξη Θεολογία στον 21ο αιώνα. Προκλήσεις και Προοπτικές», το οποίο διεξάγεται στην Αθήνα (24-28 Νοεμβρίου 2024), υπό τη διοργάνωση της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ).
Ο Αρχιεπίσκοπος κ. Μακάριος, ο οποίος συμμετείχε στη θεματική ενότητα με τίτλο: «Βιοτεχνολογικές Επιστήμες και Θεολογία», την Τρίτη, 26 Νοεμβρίου, ανέπτυξε το θέμα: «Τεχνητή Νοημοσύνη και Ορθόδοξη Θεολογία».
Εισαγωγικά, εστίασε στην Πατερική σκέψη και θεολογία και επιχείρησε να ανιχνεύσει τον όρο «νους», παράγωγο του οποίου αποτελεί η «νοημοσύνη» και, επομένως, και η «τεχνητή νοημοσύνη». Εξηγώντας ότι για τους Πατέρες της Εκκλησίας στον νου εδράζεται το δώρημα του «κατ’ εικονα», εξέφρασε την πεποίθηση ότι «η μέριμνά μας πρέπει να εστιαστεί στο να φωτίσουμε αυτήν την οπτική της ορθοδόξου θεολογίας και ανθρώπινης οντολογίας, όπου ο νους και οι δυνάμεις και οι εκδηλώσεις του, όπως η νόηση, η ευφυία και η νοημοσύνη, δεν πρέπει να λειτουργούν μόνο για να προάγουν την επιστημονική και τεχνολογική γνώση, αλλά οφείλουν να συντονίζονται με την ανάβαση και εξύψωση του ανθρώπου στο “καθ’ ομοίωσιν”».
Στη συνέχεια παρατήρησε ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη, όπως και όλα τα τεχνολογικά και άλλα επιτεύγματα του ανθρώπου, ακόμη και τα υψηλότερα και θαυμαστότερα, είναι εικόνες του ανθρώπου και όχι του Θεού, και προφανώς αυτό τους δίνει μια αξία, διότι είναι η δημιουργική έκφραση του νου του ανθρώπου. «Ο άνθρωπος είναι εκείνος που καθορίζει το είναι και το ποιόν της Τεχνητής Νοημοσύνης», συνέχισε, «ως προϊόν της ελεύθερης βουλήσεώς του και της θεόσδοτης ελευθερίας του. Αυτή η ελευθερία ως δώρημα του “κατ’ εικόνα” μπορεί να αντανακλά και να εκφράζεται στα έργα του ανθρώπου, αλλά δεν μπορεί να εγκλωβίζεται και να περιορίζεται σε αυτά. Δεν μπορεί η ελευθερία να είναι το υποκείμενο μιας μαθηματικής φόρμουλας ή το αντικείμενο ενός υπολογιστικού προγράμματος. Η ελευθερία είναι που κάνει τον άνθρωπο να είναι άνθρωπος και άρα δεν μπορεί να είναι ταυτοτικό χαρακτηριστικό της Τεχνητής Νοημοσύνης».
Στο σημείο αυτό, ο Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κατέστησε σαφές πως, σε κάθε περίπτωση, η Εκκλησία και η Θεολογία πρέπει να τηρούν όχι απορριπτική, αλλά κριτική και διαλεκτική στάση, απέναντι στο όποιο τεχνολογικό επίτευγμα, όσο ακραίο και αν φαντάζει. «Καθώς η συζήτηση για την οριοθέτηση της Τεχνητής Νοημοσύνης έχει μόλις ανοίξει και τα όποια νομοθετήματα θα αναθεωρούνται και θα εκσυγχρονίζονται διαρκώς», υπογράμμισε, «είναι αδήριτη ανάγκη η Εκκλησία μας να ενημερωθεί πρωτίστως και, κατόπιν, να αποκτήσει λόγο και ρόλο επ’ ωφελεία του κοινού καλού και για την προάσπιση της ζωής, ασφάλειας, ελευθερίας, αξιοπρέπειας και ιδιοπροσωπίας του ανθρώπου».
Συμπερασματικά, ο Αρχιεπίσκοπος υπογράμμισε ότι «οφείλουμε να σταθούμε αντάξιοι συνεχιστές των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας μας, οι οποίοι όχι μόνο δεν απέρριπταν την κοσμική γνώση και την επιστήμη, αλλά, αντίθετα, ενθάρρυναν τους χριστιανούς να μελετούν και να εξερευνούν τα του κόσμου τούτου». Όπως επεσήμανε χαρακτηριστικά, «εν επιγνώσει του ότι το ποτάμι της τεχνολογικής εξελίξεως δεν είναι δυνατόν να γυρίσει πίσω, ούτε να παραμείνει στάσιμο, καλούμαστε να συμβάλουμε θετικά και καταλυτικά ώστε το νερό του να ρέει και να φιλτράρεται μέσα από τις ηθικές αξίες της Εκκλησίας και τη διδασκαλία του Ευαγγελίου». «Οφείλουμε να ανταποκριθούμε σε αυτήν την τεράστια πρόκληση της εποχής μας», συνέχισε, «όχι με στείρα άρνηση και φοβικότητα έναντι των τεχνολογικών εξελίξεων, ούτε ασφαλώς με τη βεβαιότητα και την αυθεντία ότι εμείς είμαστε οι κριτές και οι σωτήρες του κόσμου».
Ακολουθεί, αναλυτικά, η εισήγηση του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ. Μακαρίου στο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο «Η Ορθόδοξη Θεολογία στον 21ο αι.-Προκλήσεις & Προοπτικές», της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών:
«Τεχνητή Νοημοσύνη και Ορθόδοξη Θεολογία»
Σεβασμιώτατοι άγιοι Αρχιερείς, Κύριε Πρόεδρε, Ελλογιμώτατοι κύριοι Καθηγητές Εκλεκτοί Σύνεδροι,
Είναι ιδιαίτερη η χαρά και η τιμή που περιποιεί στην ελαχιστότητά μου η πρόσκληση της Οργανωτικής Επιτροπής και του Προέδρου αυτής, Κοσμήτορος της Θεολογικής Σχολής Καθ. κ. Εμμ. Καραγεωργούδη, να συνεισφέρω κάποιες ελάχιστες σκέψεις, από την οπτική της Ορθόδοξης Θεολογίας, στην προσπάθεια να εξοικειωθούμε περισσότερο και να κατανοήσουμε κάπως ένα από τα τελευταία και πλέον εντυπωσιακά επιτεύγματα του ανθρώπινου νου∙ και αναφέρομαι ασφαλώς στην Τεχνητή Νοημοσύνη (Artificial Intelligence-AI), θεματική περιοχή της Επιστήμης και της Τεχνολογίας που παραμένει, σε μεγάλο βαθμό, terra incognita ακόμα και για τους ειδικούς και επαΐοντες.
Οι όροι «διάνοια», «διανόηση», «νοημοσύνη», όλοι παράγωγα της λέξεως «νούς» ακούστηκαν κατά τη διάρκεια των εργασιών του Συνεδρίου και, ασφαλώς, θα ακουστούν και στη συνέχεια. Δεν είναι στις προθέσεις μου να κάνω μία λεξικογραφική -εννοιολογική και ετυμολογική- μελέτη των όρων αυτών, θα προσπαθήσω όμως, ακροθιγώς και μόνον, να ανιχνεύσω τον όρο «νούς» μέσα στην Πατερική σκέψη και εν συνεχεία, θα καταθέσω μερικές αρχικές παρατηρήσεις, οι οποίες, νομίζω, θα αποβούν χρήσιμες στην προσέγγιση του θέματος μας και θα βοηθήσουν να κατανοήσουμε αν και κατά πόσον υπάρχει κάποιο σημείο επαφής, ή αν υπάρχουν διλήμματα και ερωτήματα που προκύπτουν από τη χρήση της Τεχνητής Νοημοσύνης σύμφωνα με την ορθόδοξη θεολογική και ανθρωπολογική σκοπιά.
Εξ αρχής και έχοντας ενώπιόν μας τα όσα παραθέτει η σύγχρονη βιβλιογραφία για την Τεχνητή Νοημοσύνη, δεν φαίνεται να προκύπτει κάποια θεμελιώδης και ουσιαστική συνάφειά της με τον «νού», όπως τον κατανοεί διαχρονικά η σκέψη και η θεολογία των Πατέρων ή «ο νούς των Πατέρων» για να χρησιμοποιήσω μία φράση της Αγίας Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, της Συνόδου αυτής με το τεράστιο κανονικό έργο. Παραθέτω ευθύς δύο ορισμούς της Τεχνητής Νοημοσύνης, αν και σίγουρα είναι γνωστοί, απλώς για να είμαστε κοινωνοί των ίδιων εννοιών και να μιλάμε, κατά το κοινώς λεγόμενο, την ίδια γλώσσα. Τεχνητή Νοημοσύνη, λοιπόν, είναι: «εκείνος ο κλάδος της επιστήμης των υπολογιστών που ασχολείται με τον σχεδιασμό ευφυών ηλεκτρονικών συστημάτων, με χαρακτηριστικά τα οποία σχετίζονται με την ανθρώπινη ευφυΐα». Παρόμοιος, επίσης, είναι και ο δεύτερος ορισμός που σημειώνει ότι: «Τεχνητή Νοημοσύνη είναι η μελέτη του πώς να κάνουμε τους υπολογιστές ικανούς να κάνουν πράγματα, στα οποία προς το παρόν οι άνθρωποι τα καταφέρνουν καλύτερα».
Μερικές παρατηρήσεις επί των ορισμών που έχω την αίσθηση ότι είναι αξιοσημείωτες, πριν προχωρήσω στο περισσότερο θεολογικό, ούτως ειπείν, και λιγότερο τεχνικό μέρος αυτής της εισήγησης είναι οι εξής:
i. Κατ’ αρχήν, η Τεχνητή Νοημοσύνη δεν φαίνεται να σχετίζεται ουσιωδώς με την έννοια του «νού», όπως την κατανοεί η Ορθόδοξη Θεολογία. ii. Η Τεχνητή Νοημοσύνη σχετίζεται κυρίως με την ευφυΐα, την οποία προσπαθεί να μιμηθεί. iii. Παρά το γεγονός ότι η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι ένα καθαρώς τεχνολογικό -μηχανιστικό αν θέλετε επίτευγμα- που μιμείται τη λειτουργία της ανθρώπινης νοημοσύνης, διαφαίνεται μία τάση, έστω και υπέρπουσα, ανταγωνισμού μεταξύ της μηχανής και του ανθρώπου.
Και έρχομαι τώρα στα καθ’ ημάς∙ μέσα στην πατερική σκέψη ο νούς κατέχει κεντρική θέση, αν και δεν είναι πάντοτε απολύτως ξεκάθαρα τα πράγματα, καθώς παρατηρείται μία πολυσημία στις έννοιες. Η πατερική σκέψη θεωρεί τον νού ως το καθαρότερο και ακραίφνέστερο «μέρος» της ανθρώπινης υποστάσεως. Στην ερώτηση «τί δε νούς», ο μέγας Μύστης της ανατολικής θεολογίας άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής απαντά: «Ψυχής το καθαρώτατον και λογικόν, εις θεωρίαν των όντων και προκατειλημμένων». Λίγο πριν ο ιερός Πατήρ θα σημειώσει ότι η ψυχή είναι: «ουσία ασωματος, νοερά, εν σώματι πολιτευομένη, ζωής παραιτία».
Με το ίδιο πνεύμα προσεγγίζει την έννοια του νού και ο πατέρας της Δογματικής, άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο οποίος σημειώνει: «ηγεμονικόν μέν γάρ της ψυχής και της σαρκός ο νούς∙ νούς δέ, της ψυχής το καθαρώτατον, αλλά και νούς Θεός» και σε άλλη συνάφεια τονίζει: «ώσπερ γάρ οφθαλμός εν σώματι, ούτως εν ψυχή νούς». Και βεβαίως πρέπει να σημειωθεί ότι ο νούς είναι προικισμένος με την δύναμη της γνώσεως του Θεού: «ο μεν νούς δύναμιν έχει διακριτικήν νοητών και αισθητών, προσκαίρων και αιωνίων· μάλλον δέ ψυχής υπάρχων δύναμις διακριτική, των μεν αυτήν αντέχεσθαι πείθει· των δε, υπεραίρεσθαι», όπως λέγει και πάλι ο θεῖος Μάξιμος ο Ομολογητής. Και, όπως θα μας πει ο ηγαπημένος Μαθητής, στην γνώση του Θεού συνίσταται η αιώνιος ζωή: «αύτη δέ εστιν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσιν σε τον μόνον αληθινόν Θεόν και όν απέστειλας Ιησουν Χριστόν», (Ιω. 17, 3).
Η δυνατότης αυτή ενυπάρχει στον νού του ανθρώπου, διότι στον νού είναι που εντοπίζουν οι Πατέρες το «κατ’ εικόνα». Κατά τον μεγάλο Πατέρα και διδάσκαλο της Εκκλησίας μας, άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά «Το γάρ κατ’ εικόνα τούτο, ουχ η του σώματος έχει θέσις, αλλ’ η του νού πάντως φύσις, ού μηδέν κατά φύσιν κρείττον. Ει γάρ ήν τι κρείττον, εν εκείνω υπήρχε το κατ’ εικόνα». Στον νού, λοιπόν, στον καθαρότατο και ακρότατο αυτό μέρος της ψυχής έδρευει κατά τον θεηγόρο Γρηγόριο το δώρημα του «κατ’ εικόνα», πράγμα που θα κάνει τον ιερό πατέρα να αναφωνήσει με θαυμασμό: «Πόσον ουρανού κρείττων νούς, ός εικόν τέ εστι Θεού και Θεόν οίδε και μόνος των εγκόσμιων λογισμών Θεώτατος!»
Κατά τη διδασκαλία των Πατέρων η ενέργεια του νού στην ανθρώπινη ψυχή συνιστά την πρώτη αποδοχή και αναγνώριση του Θεού ως αίτιου της ύπαρξής μας και των δημιουργημάτων του. Ο νούς κατανοεί το πάν και το όλον, ενωνόμενος με τη σκέψη του Θεού, καθιστά την καρδιά καθαρή και προσιτό τον Θεό διά της «εκστατικής» καθαρτικής θεώσεως και ενεργείας του Θεού.
Η έμφυτος ανάγκη του ανθρώπου για θέωση ή αλλιώς, η ανάγκη του ανθρώπου να επανέλθει στην πρωταρχική του κατάσταση μέσω της θείας γνώσεως, να ενωθεί με τον Θεό και να οδηγηθεί στην πλήρη αλήθεια της ύπαρξής του, συνιστά και τον πυρήνα της Ορθόδοξης ανθρωπολογίας.
Η θεία ανθρωπολογία της Ορθόδοξης Θεολογίας, δεν είναι μόνο μία θεώρηση, αλλά προϋποθέτει και μία θεία ενέργεια που ελευθερώνει τον άνθρωπο από τα δεσμά της φθοράς και της αμαρτίας, που περιλαμβάνει την πλήρη γνωσιολογική επανένωση του ανθρώπου με τον Δημιουργό, κάτι που δεν επιτυγχάνεται ούτε μέσω των μηχανών ούτε μέσω της Τεχνητής Νοημοσύνης.