Tου Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού
Κατά την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας μας, η «θεόπαις» Μαριάμ σε ηλικία τριών ετών οδηγήθηκε από τους γονείς της, Ιωακείμ και Άννα, στο ναό του Σολομώντος και παραδόθηκε στους ιερείς και μάλιστα στον τότε αρχιερέα Ζαχαρία, ο οποίος με θεία φώτιση, όπως λέει ο Θεοφύλακτος Αχρίδος, όρισε ως τόπο διαμονής της, το ιερώτερο μέρος του ναού, τα Άγια των Αγίων.
Η αφιέρωση αυτή της Θεοτόκου στον ναό, πραγματοποιήθηκε προκειμένου οι γονείς της, να εκπληρώσουν την υπόσχεσή τους, που είχαν δώσει στον Θεό τον καιρό της ατεκνίας τους, ότι αν τους δώσει παιδί, θα το αφιερώσουν σε Εκείνον.
Πολλοί συγγενείς του Ιωακείμ και της Άννης συγκεντρώθηκαν στην Ιερουσαλήμ για να παρευρεθούν στο γεγονός, κατά το οποίο παρίσταντο αοράτως Άγγελοι του Θεού. Επικεφαλής της πομπής ήταν παρθένοι με αναμμένες λαμπάδες ανά χείρας, ακολουθούσε η Παναγία Παρθένος καθοδηγουμένη, ένθεν και ένθεν, από τους γονείς της, κατά το ψαλμικό «απενεχθήσονται τω βασιλεί παρθένοι οπίσω αυτής, αι πλησίον αυτής απενεχθήσονταί σοι» (Ψαλμ. 44). Δεκαπέντε σκαλοπάτια οδηγούσαν στο εσωτερικό του ναού.
Οι θεοπάτορες ανέβασαν την Παναγία στην πρώτη αναβαθμίδα, στο πρώτο σκαλί και ύστερα εκείνη ανέβηκε μόνη της τρέχοντας μέχρι πάνω και ρίχτηκε στην αγκαλιά του Ζαχαρία, ο οποίος την περίμενε στον πρόναο. Η Παναγία μας έμεινε στα Άγια των Αγίων δώδεκα χρόνια. Επειδή όμως σ’ αυτό το μέρος του ναού, εισερχόταν ο αρχιερέας μόνο, και μάλιστα μία φορά τον χρόνο, η ιερά παράδοση της Εκκλησίας μας αναφέρει, ότι η μικρή Μαρία τρέφοταν με παράδοξο τρόπο από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ με ουράνια τροφή. «Ένδον τρέφει σε Γαβριήλ ναού, Κόρη, ήξει δε μικρόν και το χαίρε σοι λέξων» (δίστιχο του Συναξαρίου).
Σε ηλικία δεκαπέντε χρόνων η Παρθένος Μαριάμ, παραδόθηκε από τους ιερείς στον μνήστορα Ιωσήφ, αφού οι γονείς της είχαν αποβιώσει. Πλησίαζε πλέον ο καιρός του Ευαγγελισμού της κατά τον οποίο δέχθηκε την είδηση ότι με παράδοξο τρόπο θα γεννήσει τον Σωτήρα του κόσμου, τον Χριστό.