Την Κυριακή 5 Ιανουαρίου, (προ των Φώτων), παραμονή της Δεσποτικής Εορτής της Βαπτίσεως του Κυρίου, ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Βεροίας και στο τέλος τέλεσε την ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού.
Ομιλία Σεβασμιωτάτου
«Και εξεπορεύετο προς αυτόν πάσα η Ιουδαία χώρα … και εβαπτίζοντο … εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών».
Κυριακή προ των Φώτων, παραμονή της μεγάλης εορτής των Θεοφανείων, και η Εκκλησία μας μας μετέφερε σήμερα με το ευαγγελικό ανάγνωσμα στον Ιορδάνη ποταμό, εκεί όπου αύριο θα δούμε τον Κύριό μας βαπτιζόμενο από τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και θα λάβουμε μαζί με τον Αγιασμό την καθαρτική της υπερουσίου Τριάδος ενέργεια.
Μας μετέφερε όμως στον Ιορδάνη για να μας υπενθυμίσει και το έργο του Τιμίου Προδρόμου, ο οποίος, αφού έζησε με άσκηση και νηστεία επί χρόνια στην έρημο του Ιορδάνη, στη συνέχεια ανέλαβε την αποστολή για την οποία τον είχε επιλέξει ο Θεός, να γίνει πρόδρομος του Χριστού και να προετοιμάσει τους ανθρώπους με το κήρυγμά του για να δεχθούν και να πιστεύσουν στον Σωτήρα Χριστό.
Το κήρυγμα του Τιμίου Προδρόμου ήταν κήρυγμα μετανοίας, καλούσε δηλαδή τους ανθρώπους να μετανοήσουν για τις αμαρτίες τους. Ποιο είναι όμως το νόημα της μετανοίας που ζητούσε ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος και ποια η σχέση της μετανοίας με την παρουσία του Χριστού και το κήρυγμά του;
Η έννοια της μετανοίας ήταν γνωστή στους Ισραηλίτες. Στην Παλαιά Διαθήκη μετάνοια σημαίνει την ολοκάρδια επιστροφή στον Θεό, που ξεκινά με τη συνειδητοποίηση και την ομολογία της αμαρτίας που διέπραξε ο άνθρωπος. Πολλοί ήταν εκείνοι που αμάρτησαν και μετανόησαν για την αμαρτία τους. Μεταξύ αυτών και ο προφητάναξ και ψαλμωδός Δαβίδ, ο οποίος συνέθεσε τον περίφημο ψαλμό της μετανοίας, ομολογώντας ενώπιον του Θεού την αμαρτία του.
Η εξομολόγηση της αμαρτίας αποτελούσε και κατά την Παλαιά Διαθήκη προϋπόθεση της μετανοίας, την οποία κήρυξαν πολλοί προφήτες. Όμως η εμμονή στην αμαρτία, την οποία έδειχναν οι Ισραηλίτες, επηρεασμένοι και από το ειδωλολατρικό περιβάλλον με το οποίο ερχόταν σε επαφή, έκανε απαραίτητο το κήρυγμα της μετανοίας του αγίου Ιωάννου, προκειμένου οι άνθρωποι να προετοιμασθούν όχι μόνο για να ακούσουν αλλά και για να δεχθούν και να πιστεύσουν τον λόγο του Κυρίου μας.
Η εξομολόγηση των αμαρτιών και η μετάνοια είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορεί να καθαρίσει ο άνθρωπος την ψυχή του. Και η καθαρή καρδιά είναι προϋπόθεση για να ακούσει και να δεχθεί μέσα της τον λόγο του Θεού. Διότι όπως ο Θεός είναι καθαρώτατος και δεν εισέρχεται σε χώρους ακάθαρτους και μολυσμένους από την αμαρτία, έτσι και ο λόγος του, ο οποίος είναι καθαρός και άμωμος δεν μπορεί παρά να αναζητά καθαρές καρδιές και ψυχές για να εισέλθει και να καρποφορήσει.
Ας θυμηθούμε τη γνωστή σε όλους μας παραβολή του Σπορέως. Τι λέγει εκεί ο Χριστός;
Αυτοί των οποίων η καρδιά έμοιαζε με το πετρώδες έδαφος, ήταν αυτοί που εύκολα παρασυρόταν στην αμαρτία, έτσι ώστε ο σπόρος που έπεφτε στην ψυχή δεν μπορούσε να βλαστήσει.
Αυτοί των οποίων η ψυχή ήταν γεμάτη από αγκάθια και άλλα ζιζάνια, που αντιστοιχούν στις μέριμνες του βίου, τα ελαττώματα και τα πάθη, ενώ ακούουν τον λόγο του Θεού, ο σπόρος δεν μπορεί να καρποφορήσει, διότι τα αγκάθια και τα ζιζάνια καταπνίγουν τον σπόρο του θείου Λόγου και έτσι δεν προλαβαίνει να μεγαλώσει και να καρποφορήσει.
Η μόνη περίπτωση στην οποία καρποφορεί ο λόγος του Θεού είναι εκείνοι, των οποίων οι ψυχές παρομοιάζονται με τη γη την αγαθή, είναι δηλαδή αγνές και καθαρές, και έτσι μπορούν να δεχθούν τον λόγο του Θεού και να καρποφορήσει και να δώσει καρπούς αρετής.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το κήρυγμα του Τιμίου Προδρόμου προς τους Ισραηλίτες ήταν κήρυγμα μετανοίας, διότι, αν δεν καθάριζαν τις ψυχές τους με τη μετάνοια και με το δι᾽ ύδατος βάπτισμα, δεν θα ήταν σε θέση να δεχθούν τον λόγο του Ευαγγελίου που θα κήρυττε σε λίγο ο Χριστός.
Η κλήση σε μετάνοια και εξομολόγηση των αμαρτιών δεν ίσχυε όμως μόνο για τους ανθρώπους της εποχής εκείνης. Ισχύει πάντοτε, και ισχύει και για μας. Αν βλέπουμε τον εαυτό μας να μην προοδεύει πνευματικά, να μην έχει καρπούς αγαθούς, να μην αισθάνεται την παρουσία του Θεού, ας εξετάσουμε κατά πόσο τηρούμε την προϋπόθεση της μετανοίας και εξομολογήσεως και κυρίως κατά πόσο η μετάνοια και η εξομολόγησή μας είναι ειλικρινής, ώστε να καθαρίζει την καρδιά μας με τη βοήθεια και της χάριτος του Θεού που έχουμε στη διάθεσή μας μέσα από τα μυστήρια της Εκκλησίας μας. Διότι μόνο με τον τρόπο αυτά θα μπορέσουμε να ζήσουμε έχοντας στην ψυχή μας τον Χριστό, ο οποίος όχι μόνο γεννήθηκε ως βρέφος για τη δική μας σωτηρία, αλλά και αύριο θα κλίνει τον αυχένα ενώπιον του δούλου του, του Τιμίου Προδρόμου, για να μας οδηγήσει στη βασιλεία του.