Την Κυριακή, 29 Δεκεμβρίου 2024, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων γιόρτασε την εορτή των Προπατόρων.
Η εορτή πραγματοποιήθηκε στον εντυπωσιακό και μεγάλο ναό με το λαξευμένο στο βράχο τέμπλο, στην κωμόπολη των Ποιμένων, Μπετσαχούρ. Εκεί τελέστηκε Θεία Λειτουργία, την οποία τέλεσε ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεόφιλος, συνεπικουρούμενος από τους Σεβασμιώτατους Αρχιεπισκόπους Κωνσταντίνης Αρίσταρχο, Θαβωρίου Μεθόδιο και Μαδάβων Αριστόβουλο. Συμμετείχαν Αγιοταφίτες ιερομόναχοι, με πρώτο τον Γέροντα Καμαράση Αρχιμανδρίτη Νεκτάριο, ο Ηγούμενος των Ποιμένων Αρχιμανδρίτης Ιγνάτιος, οι ιερείς του ναού Χάννα Ρασμάουη, Ήσσα Μούσλεχ και Σάββας Χερ, καθώς και οι ιεροδιάκονοι Συμεών και Ευλόγιος. Τη χορωδία της ενορίας συνόδευσαν οι ψάλτες, ενώ την τελετή τίμησαν με την παρουσία τους ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στα Ιεροσόλυμα Δημήτριος Αγγελόπουλος, ο Δήμαρχος της πόλης Σαΐντ Χούρη, καθώς και ο πρώην Δήμαρχος και νυν Υπουργός Τουρισμού Χάικ. Πλήθος πιστών της κοινότητας συμμετείχε με ευλάβεια.
Κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας,ο Πατριάρχης απηύθυνε ομιλία με το εξής περιεχόμενο:
“Προιδούσα δε η γραφή ότι εκ πίστεως δικαιοί τα έθνη ο Θεός, προευηγγελίσατο τω ‘Αβραάμ ότι ενευλογηθήσονται εν σοι πάντα τα έθνη”.
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί,
Η Χάρις του Αγίου Πνεύματος συνήγαγε πάντας ημάς εν τω Αγιογραφικώ τούτω τόπω της ιστορικής υμών “χώρας των αγραυλούντων Ποιμένων” (Πρβλ. Λουκ. 2,8), ίνα εορτίως τελέσωμεν τα μνημόσυνα των Αγίων Προπατόρων Αδάμ, Ενώχ, Νώε, Μελχισεδέκ, Αβραάμ και Ιακώβ· μετά Νόμον Μωϋσήν και Ααρών, Ιησούν, Σαμουήλ και Δαυίδ· μεθ᾽ ων τον Ησαίαν, Ιερεμίαν, Ιεζεκιήλ και Δανιήλ και τους δώδεκα άμα Ηλιού, Ελισσαίον και τους άπαντας· Ζαχαρίαν και τον Βαπτιστήν, και τους κηρύξαντας Χριστόν, την Ζωήν και Ανάστασιν του γένους ημών”.
Ο εκ του μηδενός υποστήσας τα σύμπαντα Θεός, έμελλε σαρκοφόρος προελθείν εν Πνεύματι Αγίω και εκ των αγνών αιμάτων της προ αιώνων και εκ πασών των γενεών προωρισμένης τε και εκλελεγμένης Παρθένου Μαρίας, περί της οποίας ο μεγαλοφωνώτατος Ησαίας προεφήτευσε λέγων: “’Ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ”, (Ησ. 7,14).
Τον υιόν τούτον της Παρθένου Μαρίας, τουτέστιν τον Εμμανουήλ, το οποίον προκατήγγειλαν ο Μωϋσής και οι Προφήται ανεγνώρισαν και οι μαθηταί και Απόστολοι γενόμενοι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, κατά την αψευδή μαρτυρίαν του αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού λέγοντος: “ευρίσκει Φίλιππος τον Ναθαναήλ και λέγει αυτώ· ον έγραψε Μωϋσής εν τω νόμω και οι προφήται, ευρήκαμεν, ‘Ιησούν τον υιόν του ‘Ιωσήφ τον από Ναζαρέτ”, (Ιωάν. 1,46).
Τούτους τους προ του Μωσαικού Νόμου και εν τω Μωσαικώ Νόμω Προπάτορας τιμά, κατά σάρκα του Χριστού, η Αγία ημών Εκκλησία· εξαιρέτως δε τον Πατριάρχην Αβραάμ, εις τον οποίον πρώτον εδόθη η επαγγελία (υπόσχεσις), ειπόντος του Θεού εις αυτόν: “ενευλογηθήσονται εν τω σπέρματί σου πάντα τα έθνη της γης”, (Γεν. 22,18 και Γεν. 12,3). Ούτος ο Αβραάμ, εθνικός ων, τουτέστιν ειδωλολάτρης, εκλήθη υπό του Αγίου Πνεύματος εις την γνώσιν του αληθινού Θεού: “Πνεύμα ο Θεός και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δεί προσκυνείν”, (Ιωάν. 4,24), λέγει Κύριος.
Εξ αυτού του Αβραάμ εγεννήθη ο Ιακώβ και εκ τούτου ο Ιούδας, εκ του οποίου προήλθεν ο Χριστός και οι λοιποί του Αβραάμ απόγονοι, ως κηρύττει ο θείος Παύλος λέγων: “πάντες γαρ υμείς εις εστε εν Χριστώ ‘Ιησού· ει δε υμείς Χριστού, άρα του Αβραάμ σπέρμα εστέ και κατ’ επαγγελίαν κληρονόμοι”, (Γαλ. 3, 28-29).
Ερμηνεύων τον λόγον τούτον ο Ζιγαβηνός λέγει: “διά μέσου του Χριστού σπέρμα του Αβραάμ εστε, ου σπέρμα προαποδέδεικται ο Χριστός”. Τούτο διατυπώνει και ο υμνωδός της Εκκλησίας λέγων: “Εν πίστει τους Προπάτορας εδικαίωσας, την εξ Εθνών δι’ αυτών προμνηστευσάμενος Εκκλησίαν. Καυχώνται εν δόξη οι Άγιοι, ότι εκ σπέρματος αυτών, υπάρχει καρπός ευκλεής, η ασπόρως τεκούσά σε. Ταίς αυτών ικεσίαις, Χριστέ ο Θεός, σώσον τας ψυχάς ημών”.
Εκ των ανωτέρω εναργέστατα καταδείκνυται ότι ο πραγματικός κατά σάρκα απόγονος του Αβραάμ είναι ο Ιησούς Χριστός, ο υιός του Αβραάμ, ως μαρτυρεί ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, (Πρβλ. Ματθ. 1,1)· ο οποίος όμως (Χριστός) είναι “μείζων του Αβραάμ” (Ιωάν. 8,53) κατά τον Ευαγγελιστήν Ιωάννην. Και κατ᾽ ακολουθίαν σπέρμα του Αβραάμ είναι πάντες οι ανήκοντες εις τον Χριστόν και την Εκκλησίαν Αυτού, της οποίας Αυτός εστιν η κεφαλή του Σώματος αυτής (της Εκκλησίας), (Πρβλ. Κολοσ. 1,18).
Η Εκκλησία του Χριστού, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι εκείνη, η οποία κηρύττει και καταγγέλλει το μέγα και άρρητον μυστήριον της συγκαταβάσεως και ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Το μέγα τούτο και θείον μυστήριον της ευσεβείας, κατά το οποίον Θεός εφανερώθη εν σαρκί, εδικαιώθη εν Πνεύματι, ώφθη άγγέλοις, εκηρύχθη εν έθνεσιν, επιστεύθη εν κόσμω ανελήφθη εν δόξη”, (Α´ Τιμ. 3,16) ευαγγελίζεται και ο υμνωδός της Εκκλησίας λέγων: “Ο Πλήρης κενούται, σαρκί δι’ ημάς, και αρχήν ο προάναρχος δέχεται, πτωχεύει δε ο πλούσιος, και Λόγος ων Θεού, εν φάτνη των αλόγων, προσκλίνεται ως βρέφος, την ανάπλασιν πάντων, των απ’ αιώνος εργαζόμενος”.
Ενταύθα τίθεται το ερώτημα: τι σημαίνει “την ανάπλασιν πάντων των απ᾽ αιώνος εργαζόμενος ως βρέφος ο εν φάτνη προσκλινόμενος Θεός”; Ο Κύριος ειργάσατο έργον σωτηρίας εν Χριστώ, “ιν’ όλω ανθρώπω τω αυτώ και Θεώ όλος άνθρωπος αναπλασθή πεσών υπό την αμαρτίαν”, λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Ο δε Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας ερμηνεύων τον λόγον του Χριστού “εγώ ειμι ο άρτος της ζωής”, (Ιωάν. 6,35) λέγει: “ουκ άρτος σωματικός μόνα τα εκ λιμού περικόπτων πάθη και καταφθοράς της εντεύθεν απαλλάττων την σάρκα, αλλ’ όλον εξ όλου το ζώον εις ζωήν αναπλάττων την αιώνιον, και θάνατον κρείττονα τον εις το είναι αεί πεποιημένον άνθρωπον αποδεικνύς”. [Και απλούστερον: “εγώ ειμι ο άρτος της ζωής, ουχί ο σωματικός άρτος, ο οποίος θέτει τέλος εις το πάθος της πείνης και απαλλάσσει την σάρκα εκ του αφανισμού αυτής. Αλλά μάλλον εγώ αναπλάσσω όλην την ζώσαν ύπαρξιν εις αιώνιον ζωήν και καθιστώ τον άνθρωπον, ο οποίος εδημιουργήθη διά να είναι παντοτινός και αιώνιος, ανώτερον, ισχυρότερον του θανάτου].
Εις τούτο ακριβώς αφορά η Γέννησις του Χριστού, “εις το είναι αεί πεποιημένον τον άνθρωπον”, δηλαδή εις την σωτηρίαν του ανθρώπου, ως λέγει και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: “Ανεκδιήγητος μεν ούν η του Χριστού γενεά κατά την θεότητα· γενεαλογείται δε κατά το ανθρώπινον, απόγονος ων ανθρώπων ο και υιός ανθρώπου γενέσθαι καταξιώσας διά το σώσαι τον άνθρωπον”. Κατά δε τον Ζιγαβηνόν, ο Θεός Λόγος γενόμενος άνθρωπος, δεν απέφυγε τα “ημέτερα ονείδη”, δηλαδή δεν περιεφρόνησε τας ανθρωπίνους αδυναμίας, τας θεωρουμένας μη αμαρτωλάς. Με άλλα λόγια, ο Θεός προσέλαβε την ανθρωπίνην φύσιν με όλα τα ελαττώματα αυτής, πλην της αμαρτίας και την εθεράπευσε. “Ως ιατρός γαρ και ουχ ως κριτής παραγέγονεν (ήλθεν) ο Χριστός”, λέγει πάλιν ο Ζιγαβηνός.
Τον Χριστόν, αγαπητοί μου αδελφοί, Τον οποίον ενεδύθημεν κατά το βάπτισμα ημών καλούμεθα να υποδεχθώμεν εν τω Σπηλαίω και τη Φάτνη των καρδιών ημών πνευματικώς, τουτέστιν εν Πνεύματι Αγίω και ουχί κοσμικώς, δηλαδή υλιστικώς, ακούοντες εις την προτροπήν του Αποστόλου Πέτρου:“Αδελφοί… τας ψυχάς υμών ηγνικότες εν τη υπακοή της αληθείας διά Πνεύματος εις φιλαδελφίαν ανυπόκριτον, εκ καθαράς καρδίας αλλήλους αγαπήσατε εκτενώς, αναγεγεννημένοι ουκ εκ σποράς φθαρτής, αλλά αφθάρτου, διά λόγου ζώντος Θεού και μένοντος εις τον αιώνα·”, (Α´ Πετρ. 1, 22-23).
Έτη πολλά, ειρηνικά και ευλογημένα Χριστούγεννα!”
Με την ολοκλήρωση της Θείας Λειτουργίας, παρατέθηκε προς τιμήν του Πατριάρχη και της Συνοδείας Του, καθώς και προς ευχαρίστηση πολλών, δεξίωση από την Κοινότητα, και ακολούθησε γεύμα. Κατά τη διάρκεια αυτής της εορταστικής εκδήλωσης, ο Πατριάρχης απηύθυνε και πάλι ομιλία:
«Θεός ων ειρήνης, Πατήρ οικτιρμών, της μεγάλης βουλής σου τον Αγγελον, ειρήνην παρεχόμενον, απέστειλας ημίν· όθεν θεογνωσίας, προς φως οδηγηθέντες, εκ νυκτός ορθρίζοντες, δοξολογούμέν σε Φιλάνθρωπε».
Εντιμότατε Πρόεδρε και τίμια μέλη του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου,
Εξοχώτατε Υπουργέ Τουρισμού,
Εντιμότατε κ. Δήμαρχε,
Άγιοι Πατέρες και αγαπητοί αδελφοί,
Δόξαν και ευχαριστίαν αναπέμπομεν τω αγίω Τριαδικώ Θεώ, τω αξιώσαντι πάντας ημάς, ίνα εορτάσωμεν την μνήμην των Αγίων Προπατόρων εν μέσω κρίσεως πολέμου, εκτοπισμού ανθρώπων εκ των εστιών αυτών και απεριγράπτων δοκιμασιών.
Η σημερινή εορτή εν τω Χωρίω των αγραυλούντων Ποιμένων, τω γειτνιάζοντι τω τόπω της Γεννήσεως του Σωτήρος ημών Χριστού εν Βηθλεέμ, αποτελεί τον προάγγελον της Μητροπόλεως των εορτών, της ελεύσεως δηλονότι του Αγγέλου της Μεγάλης του Θεού Βουλής, του παρεχομένου την ειρήνην εις τον κόσμον.
Η ειρήνη δε αύτη, η οποία είναι του Θεού, αφορά κυρίως την συμφιλίωσιν του ανθρώπου μετά του Θεού, ως κηρύττει ο θείος Παύλος λέγων: “ει γαρ εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού, πολλώ μάλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα εν τη ζωή αυτού”, (Ρωμ. 5,10).
Και τούτο διότι διά της Γεννήσεως του Χριστού εκ των αγνών αιμάτων της Παρθένου Μαρίας εισήλθεν εις τον κόσμον η δικαίωσις και η ειρήνη.
Οι άρχοντες τουτέστιν οι Κυβερνήται “του ενεστώτος αιώνος πονηρού” (Γαλ. 1,4) δεν ηδυνήθησαν αλλά ούτε και δύνανται να επιτύχουν την ειρήνευσιν μεταξύ των διαφιλονικούντων λαών και εθνών, διό και ο Προφήτης Δαυίδ λέγει: “Μη πεποίθατε επ᾽ άρχοντας, επί υιούς ανθρώπων, οις ουκ έστι σωτηρία”, (Ψαλμ. 145,3).
Η αγία ημών Εκκλησία είναι εκείνη, η οποία ευαγγελίζεται λόγω τε και έργω την ειρήνην εν τω κόσμω εν παντί και πάντοτε: “Ου γαρ εστιν ακαταστασίας ο Θεός αλλά ειρήνης”, (Α´ Κορ. 14,33), κηρύττει ο θείος Παύλος. “Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν, ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν. Μη ταρασσέσθω υμών η καρδία μηδέ δειλιάτω”, (Ιωάν. 14,27) , λέγει ο Χριστός.
Ναί, αγαπητοί μου αδελφοί , δεν πρέπει να ταράσσεται η καρδία ημών ούτε να δειλιά, διότι έχομεν τόπον προσφυγής και χώρον προστασίας, “την Εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού, ην περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος” (Πραξ. 20,28). Απόδειξις τούτου είναι η εν τη αγία Γη, τη Γη της Παλαιστίνης, αδιάκοπος διά μέσου των αιώνων Χριστιανική παρουσία, η ιστορική απτή και ορατή ζώσα και ενεργός μαρτυρία του Ρωμαιορθοδόξου (Rum Orthodox) Πατριαρχείου Ιεροσολύμων και πάσης Παλαιστίνης. Το παλαίφατον ημών Πατριαρχείον Ιεροσολύμων, το τεθεμελιωμένον επί του απολυτρωτικού αίματος του Χριστού, αποτελεί την εγγύησιν της Χριστιανικής παρουσίας και μαρτυρίας ουχί μόνον εν τη Αγία Γη, αλλά και εν όλη τη Μέση Ανατολή, κατά τον λόγον του Κυρίου: “Και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής”, τουτέστιν της Εκκλησίας, (Ματθ. 16,18).
Έτη πολλά, ειρηνικά και ευλογημένα Χριστούγεννα”.
Τέλος, ο Παυριάρχης επισκέφθηκε και επιθεώρησε τον νέο Ναό που ανεγείρεται από την Κοινότητα στο Κοιμητήριο, στην περιοχή της Γης του Πατριαρχείου, στο κτήμα του Πύργου του Αγίου Σάββα. Στη συνέχεια, ευλόγησε το νέο κατάστημα με προσκυνηματικά είδη του Ρωμαιοορθόδοξου και φίλου του Πατριαρχείου, κ. Αθανασίου Αμπού Αέτα.
Πηγή: Πατριαρχείο Ιεροσολύμων